Η
Standard & Poor’s ανακοίνωσε ότι υποβαθμίζει την μακροπρόθεσμη CC και
την βραχυπρόθεσμη C πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας σε selective default, εξαιτίας της υιοθέτησης της νομοθεσίας
για τα CACs από την ελληνική κυβέρνηση.
Όπως
επισημαίνει ο οίκος στην ανακοίνωσή του, η υποβάθμιση της Ελλάδας σε SD έρχεται
μετά από την εισαγωγή (από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης) των ρητρών
συλλογικής δράσης (CACs).
«Η
επίδραση μιας τέτοιας ρήτρας είναι να δεσμεύσει όλους τους ομολογιούχους μιας
συγκεκριμένης σειράς, στους τροποποιημένους όρους πληρωμής των ομολόγων στην
περίπτωση που ένα προκαθορισμένο ποσοστό των ομολογιούχων συμφωνήσει να το
πράξει», υπογραμμίζει η Standard & Poor΄s.
Τονίζει
ακόμη ότι κατά τη γνώμη της, η εισαγωγή των CACs αλλάζει σημαντικά τους όρους
τους αρχικούς όρους της συμφωνίας για τα ομόλογα που επηρεάζονται και συνιστά
την εφαρμογή αυτού που ο οίκος θεωρεί ως distressed αναδιάρθρωση του χρέους.
«Σύμφωνα
με τα δικά μας κριτήρια, οποιοσδήποτε από αυτούς τους όρους είναι λόγος για μας
να μειώσουμε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδα σε SD και την αξιολόγηση
των ομολόγων που επηρεάζονται σε D. Όπως έχουμε δηλώσει παλαιότερα, μπορεί να
θεωρήσουμε μια μονομερή αλλαγή των αρχικών όρων και συνθηκών, ως de facto
αναδιάρθρωση και επομένως ως χρεοκοπία σύμφωνα με τους ήδη δημοσιευμένους
προσδιορισμούς της Standard & Poor’s», αναφέρει ο οίκος.
Επίσης,
ο οίκος υπογραμμίζει ότι ο προσδιορισμός της αναδιάρθρωσης περιλαμβάνει την
ανταλλαγή ομολόγων με την έκδοση νέου χρέους με λιγότερο ευνοϊκούς όρους από
αυτούς της αρχικής έκδοσης, χωρίς να υπάρχει η επαρκής αποζημίωση.
«Τέτοιοι
λιγότερο ευνοϊκοί όροι μπορεί να περιλαμβάνουν ένα μειωμένο αρχικό ποσό,
διεύρυνση της περιόδου αποπληρωμής, χαμηλότερο κουπόνι, διαφορετικό νόμισμα
πληρωμής, διαφορετικά νομικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν το χρέος».
Διευκρινίζει
ακόμη ότι γενικά δεν θεωρεί ότι οι CACs αλλάζουν το κίνητρο μιας κυβέρνησης να
πληρώσει πλήρως και εγκαίρως τις υποχρεώσεις της. Ωστόσο, θεωρεί ότι η εισαγωγή
μιας τέτοιας νομοθεσίας περιορίζει την ικανότητα κέρδους των ομολογιούχων σε
μια επερχόμενη ανταλλαγή χρέους.
Εάν
η ανταλλαγή ολοκληρωθεί (κάτι που πιστεύει ο οίκος ότι θα γίνει στις 12
Μαρτίου), «θα θεωρήσουμε ότι το selective default έχει συμβεί και θα
αναβαθμίσουμε την αξιολόγηση της Ελλάδας στην κατηγορία CCC, αντανακλώντας έτσι
την μακροπρόθεσμη θεώρησή μας για την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Σε
αυτό το πλαίσιο, ενδεχόμενη αναβάθμιση στην κατηγορία CCC θα αποτυπώνει την
άποψή μας για τις αβέβαιες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας και το
μεγάλο κρατικό χρέος, ακόμη και μετά από την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης του
χρέους».
Στην
ανακοίνωση του οίκου επισημαίνεται ακόμη ότι εάν ένας σημαντικός αριθμός
ομολογιούχων δεν αποδεχτούν την ανταλλαγή, η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει μια άμεση
και ξεκάθαρη στάση πληρωμών. «Και αυτό εξαιτίας της απουσίας πρόσβασης στις
αγορές χρηματοδότησης και της πιθανής μη επιπρόσθετης χρηματοδότησης από τον
επίσημο τομέα». Υπενθυμίζει ότι το νέο πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα
υπόκειται στην επιτυχημένη ανταλλαγή χρέους.
Υποστηρίζει
ακόμη πως η έξοδος της Ελλάδα από την ευρωζώνη «δεν είναι το βασικό μας
σενάριο».
(πηγή: www.bankwars.gr)