Του Γιώργου Κοκκόλη
Η πρώτη αντίδραση στην πρόταση του Τάσου
Κουράκη για τη μισθοδοσία των κληρικών νομίζω ότι ήταν στους περισσότερους
αντανακλαστική. Άλλοι θυμήθηκαν τις δεξιές ρίζες τους και είδαν απέναντι έναν
άθεο του ΣΥΡΙΖΑ, άλλοι πάλι έσπευσαν να θυμηθούν το ελληνοχριστιανικό ιδεώδες
ενώ κάποιοι τρίτοι που τον θεωρούν γραφικό «μελισσοκόμο» μάλλον μειδίασαν
ακούγοντάς τον στο συνέδριο του ΑΠΘ με θέμα «Εκκλησία και Αριστερά».
Ωστόσο ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια
πρόταση που έστησε στον τοίχο όλους εκείνους που συστηματικά καπηλεύονται τη
χριστιανική πίστη προκειμένου να κερδίσουν ψηφαλάκια και να φανούν αρεστοί. Μας
έθεσε επί των τύπων των ήλων. Η συντριπτική πλειοψηφία της χώρας δηλώνει ή
είναι καταγεγραμμένη ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Πολλά εκατομμύρια συμπολιτών μας
θρησκεύονται, άλλοι περιβάλουν τον όποιο αγνωστικισμό με το αναγκαστικό
χριστιανικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έχουν γεννηθεί και άλλοι απλά συμμετέχουν
στις μεγάλες εορτές του Χριστιανισμού σαν να τηρούν κάποιου είδους έθιμο ή τελοσπάντων
τα λεγόμενα μη λειτουργικά μέρη της παράδοσης.
Από πολιτικής απόψεως η πρόταση Κουράκη για
μένα είναι τελείως λάθος, με την έννοια ότι το κράτος -και κάθε κράτος-
θεωρητικά δεν πρέπει να γνωρίζει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των πολιτών του,
πόσο μάλλον να τους φορολογεί για να ασκούν ελεύθερα τη θρησκεία τους. Προφανώς
τα όποια έξοδα για τις οργανώσεις αυτές-αλλά και τις πολιτικές, πολιτιστικές κ.ά.
θα πρέπει να βαρύνον τα μέλη τους, χωρίς ωστόσο την παρέμβαση της πολιτείας.
Ωστόσο η πρόταση Κουράκη δεν μπορεί να μη σου ερεθίσει το μυαλό να κάνει την
ακόλουθη σκέψη: Πόσοι άραγε από τους δηλωμένους Χριστιανούς θα ήταν
διατεθειμένοι να συντηρούν τις εκκλησίες τους δεχόμενοι μια ειδική εισφορά,
απαλλάσσοντας έτσι αυτούς που δεν πιστεύουν ή δεν νιώθουν μέλη της Εκκλησίας
από το να πληρώνουν υποχρεωτικά για τη συντήρησή της;
Είναι περιττό νομίζω να αναλυθεί εδώ γιατί
Εκκλησία και Κράτος στην Ελλάδα έχουν τη σχέση που έχουν. Υπάρχουν πολλά
αξιόλογα δοκίμια και εργασίες για αυτό το θέμα που μπορούν να διαφωτίσουν και
τους πιο αδαείς. Το ερώτημα που για μένα προκύπτει είναι αν τελικά η Εκκλησία
θα μπορούσε να βγει ωφελημένη από έναν διαχωρισμό επιστρέφοντας στις πραγματικά
χριστιανικές της ρίζες και εγκαταλείποντας τα καισαροπαπικά σχήματα των
τελευταίων δεκαετιών. Θα μπορούσε ένας διαχωρισμός να κάνει τα μέλη της πιο
υπεύθυνα, πιο ενεργά, πιο ζώντα μέλη μιας Εκκλησίας που θα έχει να προσφέρει
μια πρόταση ζωής και όχι απλά ένα φιλανθρωπικό έργο ή την αναπαραγωγή μιας
γραφειοκρατίας;
Αν ρωτήσετε γιαγιάδες και παππούδες ποια
ήταν τα πιο σεβάσμια πρόσωπα στο χωριό σίγουρα μέσα σε αυτά θα βρείτε και τον
παπά. Τον παπά που όμως δεν λειτουργούσε σαν δημόσιος υπάλληλος αλλά εκείνον
που έκανε τη Θεία Λειτουργία και δάκρυζε, που δεν είχε χρήματα και βασιζόταν
στο ένα πιάτο φαί παραπάνω που θα έδιναν οι οικογένειες, στον τενεκέ για το
λάδι, στο βαρέλι για το κρασί. Ήταν εκείνος ο παπάς που δεν είχε δεύτερο ράσο να
φορέσει, που για αυτό ακριβώς τον λόγο θεωρείτο ο κατάλληλος για να επιλύσει
τις διαφορές των χωρικών.
Αυτή η Εκκλησία είναι σαφές πως δεν υπάρχει
πια και η μεγάλη αιτία πίσω από αυτό δεν είναι ούτε η «αμύθητη» περιουσία ούτε
τα παζάρια πολιτικών-ιεραρχών. Το ουσιώδες πρόβλημα ήταν και παραμένει η
δημοσιοϋπαλληλική μισθοδοσία των ιερέων που τους έκανε χειρότερους και από
κλητήρες. Για αυτό έπεσαν στα μάτια της κοινωνίας, για αυτό δεν την εμπνέουν
πια. Για αυτό βλέπετε πιστούς που δεν ξέρουν να συμπεριφερθούν μέσα στις
εκκλησίες και που πάνε για κουτσομπολιό. Οι περισσότεροι ανάθεμα κι αν
καταλαβαίνουν μια λέξη από αυτά που ακούνε ή αντιλαμβάνονται τι σημαίνει
πραγματικά η πίστη τους. Τα μυστήρια έχουν μετατραπεί σε gala εκδηλώσεων όπου
πρωταγωνιστές είναι οι γαμπροί, οι νύφες, τα μωρά, οι φωτογράφοι αλλά ποτέ ο
τόπος και ο λόγος συνάντησης. Νομίζω ότι μεγαλύτερη χυδαιότητα από αυτή δεν
υπάρχει.
Έτσι η πρόταση Κουράκη μου φαίνεται σε αυτό
το επίπεδο βαθιά χριστιανική. Σε μια εποχή που όλοι πρέπει να αναλάβουμε τις
ευθύνες μας νομίζω είναι καιρός να ψάχνουμε νόημα στα πράγματα και όχι απλά να
περιοριζόμαστε σε μια στείρα αναπαραγωγή θεσμών που δεν κατανοούμε και που στο
φινάλε δεν μας αφορούν πια. Οι Χριστιανοί εδώ και 2.000 χρόνια ξέρουν να
συντηρούν τις κοινότητες τους , ξέρουν να συνεισφέρουν σε αυτές και να
προβάλλουν το έργο και τη διδασκαλία τους, όπως -φαντάζομαι- όλες οι
θρησκευτικές κοινότητες. Για αυτό μια διάκριση των ρόλων των δύο θεσμών θα
βοηθούσε πολλοί να ξανά συστηθούμε όλοι σε αυτή τη χώρα απ’ την αρχή. Τότε και
μόνο τότε θα φανεί ποιοι είναι «σώμα» της Εκκλησίας και για ποιους είναι
ψηφαλάκια, και δημόσιες σχέσεις.
Άλλωστε αν φανταστούμε την Εκκλησία σαν μια
σούπα που άπλωσε είναι καλύτερο να είναι μικρότερη και με μεγαλύτερο βάθος. Ειδάλλως
είναι άγευστη και κρύα.
(Πηγή: www.koolnews.gr)