Τι ισχύει ως προς την αναγκαστική εκτέλεση των κατασχέσεων και πλειστηριασμών από το 2016

11 Μαΐ 2016

Όλες οι αιτιάσεις κατά των πλημμελειών της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης προβάλλονται σε δύο μόνο στάδια.


   Το πρώτο στάδιο λαμβάνει χώρα πριν από τον πλειστηριασμό και περιλαμβάνει όλους τους λόγους ακυρότητας της διαδικασίας. Κατά της απόφασης που θα εκδίδεται επιτρέπεται η άσκηση μόνο έφεσης, χωρίς να αναστέλλεται η περαιτέρω διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης (δυνατότητα άσκησης αίτησης αναστολής υπό προϋποθέσεις).
   Το δεύτερο στάδιο τοποθετείται μετά τη διενέργεια του πλειστηριασμού και περιλαμβάνει τη δυνατότητα άσκησης ανακοπής για ενδεχόμενες πλημμέλειες, οι οποίες εμφιλοχώρησαν από την πράξη του πλειστηριασμού μέχρι την σύναξη έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης.
   Ημέρα του πλειστηριασμού ορίζεται υποχρεωτικά (7) μήνες από την ημέρα περάτωσης της κατάσχεσης και όχι πάντως μετά την παρέλευση (8) μηνών από την ημέρα αυτή. Οι απαιτήσεις του Δημοσίου από φόρο προστιθέμενης αξίας και λοιπούς παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους κ.λ.π, κατατάσσονται στη τρίτη σειρά του πίνακα κατάταξης των γενικών προνομίων.
   Στη διαίρεση του πλειστηριάσματος, ποσοστό 10% διατίθεται για την ικανοποίηση μη προνομιούχων απαιτήσεων, ποσοστό 65% για την ικανοποίηση των ειδικών προνομίων και ποσοστό 25% για την ικανοποίηση των γενικών προνομίων.
   Επιπρόσθετα, διευρύνεται έμμεσα η δυνατότητα κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων οφειλετών καθώς καταργείται η απαρίθμηση των ακατάσχετων πραγμάτων και αντικαθίσταται από μια γενικής έννοιας διατύπωση.
   Αλλαγές προκύπτουν και ως προς την κατάταξη των προνομιούχων πιστωτών. Καταργείται η πρόβλεψη ότι η διαίρεση του πλειστηριάσματος σε ποσοστά, σύμφωνα με το άρθρο 977 (συρροή γενικών και ειδικών προνομίων), διενεργείται μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων που έχουν τα ασφαλιστικά ταμεία που υπάγονται στην αρμοδιότητα της γενικής γραμματείας κοινωνικών ασφαλίσεων.
   Στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης προηγούνται πλέον οι τράπεζες έναντι των εργαζομένων. Στην περίπτωση πτώχευσης επιχειρήσεων και εκποίησης ακινήτων τους, το ποσοστό ικανοποίησης των εργαζομένων συρρικνούται στο 25% ενώ των τραπεζών διευρύνεται στο 65%. Το υπόλοιπο 10% από το εκπλειστηρίασμα δίνεται στους μη προνομιούχους πιστωτές.
   Αν δεν υπάρχουν μη προνομιούχες απαιτήσεις, η διαίρεση του πλειστηριάσματος μεταξύ γενικών και ειδικών προνομίων εξακολουθεί να έχει ως σήμερα (1/3 και 2/3 αντίστοιχα). Επίσης, καθορίζεται ο τρόπος ικανοποίησης σε περίπτωση συρροής δύο εκ των τριών κατηγοριών απαιτήσεων.
   Επίσης αυξάνονται οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται από το αρμόδιο δικαστήριο κατ' εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 204, 205, 232 και 607 του Κώδικα, οι οποίες αποτελούν εφεξής δημόσιο έσοδο. (Σήμερα, τα ποσά αυτά αποτελούν έσοδο του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων - Τομέα Ασφάλισης Νομικών/φορέας της Γενικής Κυβέρνησης.)
Πηγή: euro2day.gr
Share on:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
Copyright © Onus News - All Rights Reserved
Developed by Onus News