του Μαυροζαχαράκη Μανόλη
Κοινωνιολόγος Πολιτικός Επιστήμονας
Η νίκη της Μέρκελ
Κατόπιν
σκληρών διαπραγματεύσεων με τους άλλους ηγέτες της ΕΕ, η καγκελάριος Μέρκελ
τελικά επικράτησε με την δική της άποψη όσον αφορά την διαχείριση του
πανευρωπαϊκού δημοσιονομικού ζητήματος.
Η επικράτηση της μάλιστα
γιορτάζεται από τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης και το κόμμα της φαίνεται
να ανακάμπτει στις δημοσκοπήσεις. Το κεντρικό μήνυμα που εκπέμπεται στην Γερμανία
είναι ότι η ΕΕ και η ΟΝΕ σώθηκαν,
κατόπιν πρωτοβουλιών της Μέρκελ.
Ας εξετάσουμε όμως τι ακριβώς έχει συμβεί πριν αρχίσουμε και εμείς να
πιστεύουμε σε μια επιτυχία, την οποία εμείς εδώ στην Ελλάδα και γενικότερα στην
Νότια Ευρώπη την ζούμε ως δράμα.
Αυτό λοιπόν που φαίνεται να διαμορφώνεται στην Ευρώπη κατόπιν πιέσεων
της Γερμανίας, είναι ένα νέο σύμφωνο σταθερότητας ,το οποίο ακόμη δεν είναι
δεσμευτικό για κάθε κράτος της ΕΕ. Μέχρι τώρα το έχουν υπογράψει 17 κράτη. Το
περιεχόμενο του νέου συμφώνου σταθερότητας με λίγα λόγια συμπυκνώνεται στην
απαίτηση από τα κράτη να συμπεριλάβουν στο σύνταγμά τους μια ρήτρα ασφαλείας
που να απαγορεύει να έχουν ένα δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης πάνω του 0,5%
της συνολικής οικονομικής τους απόδοσης (ΑΕΠ). Είναι προφανές ότι εκ πρώτης
όψεως ένα τέτοιο σύμφωνο προκαλεί θετικές εντυπώσεις στη ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, επειδή απαγορεύει σχεδόν ολότελα στα κράτη του να παράγουν υψηλά χρέη.
Στον απόηχο της κρίσης στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ισπανία, την
Ιταλία και που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του ευρωπακέτου διάσωσης, η
σύμβαση της Μέρκελ εμφανίζεται ως καλό πράγμα, ειδικότερα αν δεν γνωρίζει
κανείς πως λειτουργούν οι οικονομίες των
κρατών. Το πρόβλημα ωστόσο με τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας του Νότου
δεν ήταν ειδικά το δημόσιο χρέος, αλλά η άθλια κατάσταση της οικονομίας τους.
Ως εκ τούτου δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψουμε ότι με σύμφωνα
σταθερότητας μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Με τέτοιες συνταγές δεν
καταπονούνται τα αιτία της κρίσης, αλλά
μόνο οι πολίτες της Ευρώπης. Κανένα στοιχείο της νέας συμφωνίας δεν πρόκειται
να αλλάξει κάτι στα εγγενή προβλήματα του οικονομικού μας
συστήματος, του τραπεζικού μας συστήματος
ή στις παθογένειες του πολιτικού βίου. Αντίθετα θα
απαλλάξει τους πολιτικούς από
κάθε ευθύνη.
Το όλο οικοδόμημα πάσχει από έναν θεμελιακό μύθο ο οποίος εκπορεύεται
από την παραδοχή ότι ένα κράτος είναι σαν μια μεγάλη επιχείρηση και ότι η υγιή
οικονομική δραστηριότητα ενός κράτους πρέπει να είναι εφάμιλλη με την
ορθολογική οικονομική συμπεριφορά μιας επιχείρησης . Αυτό είναι ένα τραγικό
λάθος. Το πρόβλημα στην Ευρώπη είναι η αδύναμη και υφεσιακή οικονομία, το
γεγονός δηλαδή ότι ξοδεύονται πολύ λίγα χρήματα, και όχι πάρα πολλά.
Οι άνθρωποι δεν έχουν αρκετά χρήματα για να κρατήσουν τον οικονομικό
κύκλο ζωντανό. Οι μόνοι πολλαπλασιαστές ωστόσο που μπορούν να ζωντανέψουν την
οικονομία είναι οι άνθρωποι. Εντούτοις φαίνεται να επιβλήθηκε και στην Ευρώπη η
εξαιρετικά ακραία νεοφιλελεύθερη σχολή
που προέρχεται από την Αμερική, η
οποία θέλει να κρατήσει το κράτος έξω από κάθε ζωτική οικονομική δραστηριότητα, διότι θεωρεί ότι η οικονομία
θα αυτοθεραπευτεί από μόνη της. Η αφελής
αυτή αντίληψη έχει εισέλθει πλέον βαθιά
στην κουλτούρα μας, αφού επαναλαμβάνεται τόσο συχνά από τους
«πρωτοψάλτες» του κατεστημένου, που ο κάθε πολίτης έχει καταπιεί το παραμύθι
ότι το χρέος είναι κακό και ότι όσο
λιγότερα χρήματα ξοδεύει ένα
κράτος, τόσο το καλύτερο.
Η λογική του
Ρούσβελτ
Όποιος
όμως πιστεύει ότι τώρα τα κράτη έχουν σύσσωμα βαλθεί να εξοικονομήσουν πόρους και να εξυγιανθούν σε
ζωτικούς τομείς, περιορίζοντας άσκοπες σπατάλες. κάνουν λάθος. Οι περικοπές γίνονται στον τομέα της
εκπαίδευσης, της υγειονομικής περίθαλψης και στις κοινωνικές υπηρεσίες. Οι άνθρωποι που έχουν
ήδη πάρα πολύ μικρό εισόδημα πρέπει να
αρκεστούν με ακόμη λιγότερο όλα στο
όνομα του μεγάλου κεφαλαίου. Ζούμε αυτές
τις μέρες άλλωστε το εγχείρημα μείωσης του βασικού μισθού στον ιδιωτικό τομέα
για να έλθουν τάχα επενδύσεις. Για να έλθουν όμως επενδύσεις θα πρέπει να
είμαστε συγκριτικά ανταγωνιστικοί μισθολογικά και φορολογικά, να διαθέτουμε
σύγχρονες και ελκυστικές υποδομές, χαμηλή γραφειοκρατία και γενικότερα να
προσφέρουμε ένα φιλικό περιβάλλον για επενδύσεις.
Επίσης πρέπει να υπάρχει αποδοτικότητα της εργασίας και διάθεση για
καινοτομία.
Είναι λοιπόν αξιοπερίεργο ότι αντί να εξετάζεται το ζήτημα συνολικά και
ενταγμένο σε μια συνολική αναπτυξιακή λογική, επιχειρείται πρώτα η εισαγωγή
μισθών Ινδίας και μετά βλέπουμε. Παρατηρώντας από αυτήν την σκοπιά την λογική
που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, γίνεται απολύτως αντιληπτό ήθελε να πει ο Μάρξ
όταν έγραφε ότι η κυρίαρχη αντίθεση είναι αυτή μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας.
Οι ηγέτες πολιτικοί της Ευρώπης θέλουν με τέτοιες πολιτικές να
εμποδίσουν μια νέα μεγάλη ύφεση. Προφανώς ωστόσο έχουν ακόμα λιγότερη ιδέα για το τι προκάλεσε τη Μεγάλη Υφεση, από
έναν διανοητικά διαταραγμένο σκώρο. Σε
κάθε περίπτωση, ένα κράτος πρέπει να
εξασφαλίσει ότι οι όλοι άνθρωποι του
θα έχουν αρκετά χρήματα και , όχι μόνο
οι εύποροι και πλούσιοι. Όταν οι μέσοι
πολίτες έχουν χρήματα, θα τα ξοδέψουν
δημιουργώντας θέσεις εργασίας, μέσω των
οποίων με τη σειρά τους δίνουν και άλλοι
άνθρωποι παίρνουν χρήματα, για να τα
ξοδέψουν, κοκ. Ο οικονομικός κύκλος παίρνει μπροστά. Τι θα συμβεί στο τέλος; Θα πληρώνουν
περισσότερους φόρους και θα
μειωθούν έτσι τα χρέη του
κράτους. Το κράτος πρέπει να πληρώσει λιγότερο την κοινωνική υποστήριξη και δαπανά λιγότερα
χρήματα .Έτσι τονώνεται η οικονομική δραστηριότητας.
Ο Ρούσβελτ αυτήν την πολιτική ήξερε τη δεκαετία του 1930 και έτσι
απελευθέρωσε την αμερικανική οικονομία
από την Μεγάλη Ύφεση. Η ιαπωνική κυβέρνηση ακολούθησε την ίδια λογική στη δεκαετία του 1990. Όταν σταμάτησε με
αυτήν την πολιτική και άρχισε με την
λιτότητα, ξεκίνησε στην Ιαπωνία, η
μεγάλη κρίση. Εξ ου είναι σημαντικό να μαθαίνουμε από την ιστορία και να μην
είμαστε ανιστόρητοι, για να μην πιστεύουμε,
σε εργαλεία πολιτικής με τα οποία τάχα κάποιοι θέλουν να σώσουν τη ζωή μας, καταστρέφοντας την.
Η σχολή του Richard Koo
Για
να δούμε όμως τι λέει ένας από τους πιο διάσημους οικονομολόγους του πλανήτη ο
Ιάπωνας Richard Koo, επικεφαλής οικονομολόγος του Nomura Research Institute στο
Τόκιο που θεωρείται ένας από τους κορυφαίους, εμπειρογνώμονες σχετικά με υφέσεις.
Σημειώνεται ο Richard Koo προέρχονται από την ίδια σχολή σκέψης με τον
Paul Krugman. Κατά την άποψή τους, δεδομένου ότι η κρίση προκλήθηκε από το
υπερβολικό χρέος του ιδιωτικού τομέα, και όχι λόγω τις σπατάλες των διάφορων
Ευρωπαϊκών κρατών-μελών (εκτός από την Ελλάδα φυσικά), νομίζουν ότι τα μέτρα
λιτότητας είναι μάταια και θα εμβαθύνουν μόνο την κρίση. Επιπλέον η σχολή αυτή
θεωρεί ότι οι κυβερνήσεις μπορεί να έκαναν
τα στραβά μάτια, αλλά όπως γνωρίζουμε, ήταν οι τράπεζες που χρηματοδότησαν την
κερδοσκοπία που οδήγησε στην παγκόσμια κρίση χρέους (μετά το σκάσιμο της
φούσκας).
Μιλάμε
για ιδιωτικό χρέος. Το ιδιωτικό χρέος (ή ένα σημαντικό μέρος αυτού) μεταφέρεται
σιγά σιγά τώρα σε δημόσιο χρέος εφόσον οι κυβερνήσεις προσπαθούν να σώσουν την
κατάσταση, αναλαμβάνοντας το χρέος.
Εξ ου οι οικονομολόγοι αυτοί δεν
αποδέχονται γιατί η ΕΕ τώρα εξετάζει την
αυτόματη επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων κατά των κρατών μελών της ( εάν
παραβαίνουν τα επιτρεπόμενα όρια του ελλείμματος τους στο μέλλον) αφού δεν
ξεκίνησε ως δημόσια κρίση χρέους. Καλλίτερα δεν θα ήταν να εξέταζε (η ΕΕ) πως
θα σταματήσει (στο μέλλων) τα ιδιωτικά χρέη πριν ξανά φτάσουν στα επικίνδυνα
επίπεδα (για να αποτρέψει την επόμενη φούσκα); - ίσως οι κυρώσεις θα έπρεπε να
στόχευαν τις τράπεζες, για να αρχίσουν επιτέλους να δανείζουν πιο υπεύθυνα. Η
σχολή αυτή προτείνει αύξηση των κρατικών
δαπανών, για να αντισταθμιστεί η ύφεση και η πτώση του ΑΕΠ… και να βγούμε από την
παγίδα χρέος. Δηλαδή οι κυβερνήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνουν τα
δημόσια χρέη τους και να ξοδεύουν παραπάνω τώρα, για να βγούμε από την κρίση.
Ο υφεσιακός
προϋπολογισμός
Μέσα
από την εμπειρία της ιαπωνικής κρίσης,
το 2003, ο Κοο ανέπτυξε την έννοια του «ύφεσιακού προϋπολογισμού». Με βάση την έννοια αυτή οι
επιχειρήσεις προσπαθούν μετά το σκάσιμο
μιας φούσκας όχι να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, αλλά μόνο να ελαχιστοποιήσουν τα χρέη τους, κάτι που τελικά επιφέρει μια
ετήσια οικονομική κατάρρευση. Σε μια τέτοια φάση κατά τον Koo, οι κυβερνήσεις πρέπει να διατηρήσουν την
οικονομία σε κίνηση μέσα από υψηλές
δημόσιες δαπάνες, μέχρι να μπορέσει πάλι η ιδιωτική οικονομία να συμβάλλει στην
ανάπτυξη.
Κατά τον Κοο λοιπόν η Ευρώπη και Αμερική κόλλησαν την Ιαπωνική
ασθένεια και κοντεύουν να πάθουν ότι
έπαθε Ιαπωνία, μετά τη μεγάλη ύφεση της
δεκαετίας του 1990 και ποτέ δεν επέστρεψε
στην παλιά δυναμική της. Η Ευρώπη απειλείται
τώρα και μια «χαμένη δεκαετία» εάν δεν αντλήσει τα σωστά διδάγματα από
την ιαπωνική εμπειρία και λάβει τα
κατάλληλα μέτρα.
Ο
Κοο προτείνει ένα σχέδιο διεξόδου από την κρίση το οποίο θεωρεί πολύ απλούστερο
από όλα τα σχέδια που βρίσκονται πάνω στο τραπέζι.
Εκκινώντας από την εμπειρία της Ιαπωνίας ό
Koo θεωρεί ότι αυτή η κρίση προκλήθηκε από το γεγονός ότι σε ένα πανεθνικό επίπεδο σκάει μια φούσκα των
τιμών, όπως συνέβη στην Ιαπωνία στις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα, και στις
ΗΠΑ και την Ευρώπη το 2008, μετά το σοκ της
Lehman. Αυτό που συμβαίνει είναι
το εξής: Οι τιμές, για παράδειγμα των ακινήτων πέφτουν, αλλά τα χρέη που
συνδέονται με αυτά παραμένουν. Οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ξαφνικά
βρίσκονται στο βαθύ κόκκινο και
προσπαθούν με κάθε τρόπο, να μειώσουν το χρέος τους για την αποκαταστήσουν τους ισολογισμών τους. Έτσι, ενώ κάθε άτομο
για τον εαυτό του κάνει το σωστό πράγμα, συλλογικά, οι συνέπειες είναι
καταστροφικές, γιατί όλοι κάνουν οικονομία και κανένας δεν ξοδεύει.
Επειδή τα αποθέματα αποταμίευσης του ενός είναι το δάνειο ενός άλλου. Ας φανταστούμε
μια οικογένεια η οποία κερδίζει 1000 €,
το μήνα και αποταμιεύει 100 €: Τα 900 €,
το οποίο ξοδεύει η οικογένεια πηγαίνουν κατευθείαν πίσω στο κυκλοφοριακό
σύστημα της οικονομίας και τα 100 € πάνε
σε μια τράπεζα, που τα δανείζει
προς κάποιον άλλο που θέλει να
δανειστεί χρήματα.
Εάν όμως
όλοι απλά θέλουν να εξοφλήσουν τα χρέη τους και δεν θέλουν να
δανειστούν χρήματα, τα 100 ευρώ παραμένουν κολλημένα στην τράπεζα, ακόμα και να προσφέρονται με μηδενικό
επιτόκιο. Στην οικονομική κυκλοφορία,
βρίσκονται πλέον μόνο 900 €, και επειδή
ο επόμενος με την σειρά του θα πάει το 10 %
στην τράπεζα μένουν μόνο 810
ευρώ, και ούτω καθεξής. Στην Ελλάδα αυτό
το φαινόμενο δεν πυροδοτήθηκε μέσα από τις καταθέσεις στις τράπεζες οι οποίες
θεωρούνται επίφοβες. Καλλιεργείται όμως μέσα από την οικιακή αποταμίευση και
μέσα από την απόσυρση των καταθέσεων, λόγω του φόβου « πτώχευσης» που
λειτούργησε μεταδοτικά. Αυτό αποδυναμώνει την ήδη ισχνή ρευστότητα των τραπεζών.
Όπως και να έχει όμως η οικονομία συρρικνώνεται
και μάλιστα με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Επειδή ο καθένας θέλει να καλύψει μόνο τις βασικές ανάγκες του και να
καθαρίσει τους προϋπολογισμούς του από
το χρέους ο Κοο αποκαλεί αυτό το φαινόμενο με τον όρο
«υφεσιακός προϋπολογισμός». Αυτός είναι ο μηχανισμός που οδήγησε στη Μεγάλη
Ύφεση του 1929, αρχές του 1990, την Ιαπωνία
στην κρίση και απειλεί τώρα τις
ΗΠΑ και μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Όταν συμβεί κάτι τέτοιο ο Κοο θεωρεί ότι το
κράτος πρέπει να δανειστεί τα χρήματα που
χρήματα που έχουν κολλήσει στο
τραπεζικό σύστημα και να φέρει εκ νέου
σε κυκλοφορία.
Και τώρα έρχεται το κρίσιμο σημείο: Το
κράτος πρέπει να διατηρήσει αυτόν το τύπο τόνωσης της οικονομίας μέχρι οι
επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να μειώσουν το χρέος τους το χρέος τους και να αρχίσουν να δανείζονται χρήματα και πάλι.
Το σφάλμα της
Ιαπωνίας και η Ευρώπη
Το
χειρότερο λάθος που μια κυβέρνηση μπορεί να κάνει σε μια τέτοια φάση είναι να
κάνει και η ίδια λιτότητα. Η λιτότητα όμως είναι ακριβώς ο στόχος των
ευρωπαϊκών κυβερνήσεων σήμερα,
παρά το γεγονός ότι το ιαπωνικό παράδειγμα μας διδάσκει που θα οδηγήσει αυτή η
πολιτική. Στις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα η κυβέρνηση της Ιαπωνίας έφερε
αρχικά πολλά χρήματα σε κυκλοφορία και η οικονομία σταθεροποιήθηκε γρήγορα. Όμως
ξαφνικά επικράτησε ή ανυπομονησία και το 1997 ξεκίνησε μια σκληρή πολιτική δημοσιονομικής εξυγίανσης, με αποτέλεσμα η οικονομία να καταρρεύσει με ρυθμό ρεκόρ,
και η Ιαπωνία βίωσε τη χειρότερη μεταπολεμική ύφεση…
Το σφάλμα αυτό κατά τον Κοο κάνουν
οι Ευρωπαίοι τώρα. Μετά το σοκ της Lehman, οι κυβερνήσεις αντέδρασαν μεν άμεσα
και σταμάτησαν την ελεύθερη πτώση. Όμως οι επιχειρήσεις και
τα νοικοκυριά εξακολουθούν να έχουν πολύ υψηλό χρέος στους προϋπολογισμούς
τους. Το τελευταίο βέβαια δεν συμβαίνει με την Ελλάδα, τα νοικοκυριά και οι
επιχειρήσεις της οποίας δεν πάσχουν από υψηλό χρέος αλλά από έλλειψη
ρευστότητας. Εάν όμως τα κράτη στο σύνολο τους επιδίδονται στην λιτότητα
συμπεραίνει ο Κοο είναι προφανές ότι η
επόμενη Μεγάλη Ύφεση είναι πιθανόν να συμβεί. Ασφαλώς ένα χαρακτηριστικό της σημερινής κρίσης είναι ότι
, πολλά κράτη έχουν συσσωρεύσει τόσο πολύ χρέος που δεν έχουν πλέον τη
δυνατότητα να καταπολεμήσουν σωρεύοντας ακόμη περισσότερο χρέος.
Ιδιομορφία της
ζώνης του ευρώ
Ωστόσο
η κρίση του χρέους, για την οποία μιλάμε, τώρα δεν είναι ένα παγκόσμιο
φαινόμενο, αλλά το συγκεκριμένο θέμα της ζώνης του ευρώ. Οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία ή Μεγάλη Βρετανία έχουν τεράστια ελλείμματα, αλλά τα επιτόκια
δανεισμού για αυτές τις χώρες είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι αγορές
εκλιπαρούν σχεδόν αυτές τις κυβερνήσεις να δανειστούν χρήματα. Μόνο στη ζώνη του ευρώ τα
πράγματα είναι διαφορετικά. Ο λόγος
είναι ότι στην στη ζώνη του ευρώ υπάρχει ένας ιδιόμορφος καπιταλισμός.
Ας θυμηθούμε το αρχικό μας πρόβλημα: όταν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, κάνουν
λιτότητα κανείς δεν δανείζεται χρήματα,
τότε το χρήμα κολλάει στις τράπεζες. Εάν οι
διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων των τραπεζών δεν ρισκάρουν
συναλλαγματικό κίνδυνο και οφείλουν να
εγγυηθούν τις καταθέσεις ,τότε
δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να αγοράσουν
κρατικά ομόλογα στο νόμισμά τους. Όμως, αγοράζει σήμερα ένας Ισπανός
διαχειριστής ισπανικά ομόλογα;
Όχι, φυσικά. Τόσα κακά που ακούει για το
σημερινό ισπανικό κράτος , θα προτιμήσει
να αγοράσει γερμανικά ή
ολλανδικά, ή φινλανδικά ομόλογα.
Αυτό είναι το κόλπο. Οι Ισπανοί περιορίζονται με σκληρή λιτότητα, αλλά η
κυβέρνησή τους δεν μπορεί να δανειστεί
χρήματα. Στην Πορτογαλία ή την Ιρλανδία, συμβαίνει ακριβώς το ίδιο. Και
εκεί υπάρχουν σημαντικές αποταμιεύσεις αλλά
ρέουν, σε άλλες χώρες του ευρώ. Μόνο οι Έλληνες δεν έχουν μεγάλες δικές τους αποταμιεύσεις, για αυτό στην
Ελλάδα η προοπτική είναι ακόμη πιο
δυσοίωνη, δεδομένου μάλιστα του φαινομένου απόσυρσης καταθέσεων.
Η λύση πάντως στο προβλήματος
βρίσκεται στο να σταματήσει αυτή η εκροή κεφαλαίων.
Η πρόταση του Κοο
Η
πρότασή του Κοο είναι να εισαχθεί στη ζώνη του ευρώ, ο κανόνας , τα επιμέρους
κράτη μέλη θα επιτρέπεται να πωλούν τα κρατικά τους ομόλογα μόνο στους δικούς
τους πολίτες. Οι Ισπανοί θα αγοράζουν ισπανικά ομόλογα, οι αποταμιεύσεις τους
θα παραμένουν στη χώρα τους και η κυβέρνησή τους θα μπορεί να καθυστερήσει την
εξυγίανση του δικού της ισολογισμού έως ώτου, οι εταιρείες και τα νοικοκυριά προβούν στην εξυγίανση των
ισολογισμών τους και η οικονομία ανακάμψει και πάλι ταχύτερα.
Τότε οι χώρες του ευρώ δεν θα χρειαστεί
να τσακώνονται πλέον για τα
δημοσιονομικά ελλείμματα τους και για την ρήτρα ελλειμμάτων του 3 %. Όποιο κράτος πάρει
από τον δικό του λαό πολλά
χρήματα δανεικά , επιτρέπεται να έχει ένα μεγάλο έλλειμμα. Όποιο κράτος δεν διαθέτει υψηλές αποταμιεύσεις, όπως η
Ελλάδα , ας κάνει οικονομία. Η ευρωστία άλλωστε των υπολοίπων θα φέρει έσοδα
και ανάπτυξη και στην Ελλάδα. Αυτός ο
κανόνας προσφέρει την ίδια στιγμή
ευελιξία και απαιτεί πειθαρχία.
Η πρόταση αυτή αντίκειται στα όσα εφαρμόζονται σήμερα στην Ευρώπη, γύρω
από την αυστηροποίηση των δημοσιονομικών ελέγχων. Επόμενο είναι οι
γραφειοκράτες της ΕΕ να αντιδρούν έντονα απέναντι σε τέτοια σχέδια. Ο Κοο
αναρωτιέται αν είναι λογικό η δημοσιονομική πολιτική να ασκείται από τις
Βρυξέλες. Πού είναι η δημοκρατία, που είναι η
ευθύνη; ρωτάει. Μήπως οι
γραφειοκράτες στις Βρυξέλλες, έχουν
πάντα δίκιο; Εάν ήταν έτσι, δεν
θα είχαμε τώρα όλο αυτό το χάος. Όταν
έγιναν οι διαπραγματεύσεις για την
Συνθήκη του Μάαστριχτ κανείς δε είχε σκεφτεί τα προβλήματα που ανέκυψαν σήμερα.
Η λύση του Κοο παρουσιάζει το πρόβλημα ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ δε θα
μπορούν πλέον να πωλούν ομόλογα σε
Κινέζους ή Ιάπωνες και θα έχαναν μια
πηγή ρευστότητας. Σε αυτό ο Κοο απαντά ότι όταν μια κυβέρνηση δεν μπορεί
να πείσει τον δικό της λαό να της
δανείσει χρήματα, γιατί θα πρέπει στη συνέχεια να το κάνουν οι Κινέζοι ή
Ιάπωνες; Επίσης στο σύστημα του Κοο δεν χωράνε ούτε τα ευρωομόλογα. Κατά την
άποψη του το δικό του σύστημα χρειάζεται μια μεταβατική φάση περίσκεψης
που
θα διαρκέσει περίπου δέκα χρόνια. Για τη χρηματοδότηση αυτή τη στιγμή ο
συγγραφέας μπορεί να φανταστεί όλα τα είδη και μέσα. Το
σημαντικό είναι ότι κατά την άποψη του να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των
επενδυτών γνωρίζοντας ότι σε λίγα χρόνια
τα σημερινά προβλήματα θα έχουν επιλυθεί οριστικά.
Η Γερμανία
Οι
Ευρωπαίοι φυσικά συζητούν αυτή τη στιγμή άλλα σενάρια, όπως το αν η κεντρική
τράπεζα θα πρέπει να αρχίσει να αγοράζει
κρατικά ομόλογα, σε μεγάλη κλίμακα. Πάνω απ 'όλα, οι Γερμανοί είναι εναντίον
αυτής της λύσης διότι φοβούνται τον πληθωρισμό. Ο Κοο ερμηνεύει την στάση
της Γερμανίας με το γεγονός ότι στην
ουσία σήμερα είναι νησίδα στην Ευρώπη, διότι η γερμανική οικονομία, πηγαίνει
πολύ καλά. Ο λόγος είναι ότι οι γερμανικές επιχειρήσεις έχουν ήδη
εξυγιανθεί αναμορφώνοντας τους
προϋπολογισμούς τους όταν πριν δέκα
χρόνια, έσκασε η φούσκα των τηλεπικοινωνιών.
Η Γερμανία είναι η μόνη βιομηχανική χώρα που στον τομέα της βιομηχανικής
παραγωγής βρίσκεται τώρα στο σημείο που βρισκόταν πριν την κρίση της Lehman.
Στη Γαλλία και την Ισπανία ωστόσο η βιομηχανική παραγωγή βρίσκεται στο επίπεδο
του 1997, στην Ιταλία στο επίπεδο του 1994.
Και ενώ οι Γερμανοί έχουν φτάσει
για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια
ένα πολύ χαμηλό , ποσοστό ανεργίας της τάξης του 5 %, στην Ισπανία
η ανεργία βρίσκεται στο 23 % και στην Ελλάδα στο 19 %. Αυτά τα ποσοστά
θυμίσουν πράγματι τις ΗΠΑ την εποχή της
Μεγάλης Ύφεσης.
Ως εκ τούτου, οι Γερμανοί απορρίπτουν δυστυχώς, σημαντικά μέτρα που θα
ήταν πολύτιμα για την υπόλοιπη Ευρώπη. Για την Ευρώπη στο
σύνολό της, ο κίνδυνος του πληθωρισμού δεν είναι μεγάλος, ακόμη και αν η
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αγόραζε κρατικά ομόλογα σε μεγάλη κλίμακα τώρα. Ακόμη όμως και εάν επιμένει ο Κοο,
είχαμε μια μικρή αύξηση του πληθωρισμού
στη Γερμανία, αυτό θα ήταν ένα αντίτιμο που κατά την άποψη του θα έπρεπε να
πληρωθεί από την Γερμανία για τον
τερματισμό της κρίσης του ευρώ.
Αντί επιλόγου
Οι
δύο πιο ενδιαφέρουσες έννοιες που παρουσιάζει πάντως ο συγγραφέας αναλυτικά στο
βιβλίο του είναι από την μία ο «προϋπολογισμός ύφεσης και από την άλλη ο
προσδιορισμός του πότε μια οικονομία είναι σε φάση yin ή yang. Yin, στην
κινέζικη φιλοσοφία είναι το σκοτεινότερο
στοιχείο, είναι το παθητικό, το σκοτάδι, οι κατώτερες επιδιώξεις , και
αντιστοιχεί στη νύχτα. Οικονομικά θα λέγαμε αντιστοιχεί στην ύφεση Υang,
είναι το φωτεινότερο στοιχείο, είναι
το ενεργό, το φως, η προς τα πάνω-επιδίωξη και αντιστοιχεί στην
ημέρα. Στην οικονομία θα λέγαμε είναι η ανάκαμψη μ η οικονομική τόνωση και
μεγέθυνση. Ο Koo υποστηρίζει ότι η νομισματική πολιτική είναι σε μεγάλο βαθμό
αναποτελεσματική σε περιόδους που οι προϋπολογισμοί είναι υφεσιακοί. Αυτό συνήθως συμβαίνει όταν μια
οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση γιν. Λύσεις κατά το πρότυπο Yin ακολουθούν
μετά από μια δυναμική που δρομολογείται μέσα από φούσκες, όταν ο ιδιωτικός
τομέας αφιερώνει όλες τις προσπάθειές
για μείωση του χρέους και την
μόχλευση.
Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα είναι η
μόνη εφαρμόσιμη λύση. Λόγω του αντισταθμιστικού τους αποτελέσματος στην δράση
του ιδιωτικού τομέα, τα ελλείμματα αυτά δεν οδηγούν σε σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις. Ο Koo
υποστηρίζει ότι κεϋνσιανές πολιτικές
απέτυχαν στη δεκαετία του 1970 και οδήγησαν σε υψηλό πληθωρισμό, επειδή
οι πολιτικές αυτές εφαρμόστηκαν κατά καιρούς οικονομικής ανάκαμψης γιάνγκ. Σε
τέτοιες εποχές η νομισματική πολιτική
είναι η μόνη κατάλληλη απάντηση για την επιβράδυνση του οικονομικού κύκλου.
Οι μακροοικονομικές έννοιες που παρουσιάζονται στο βιβλίο του Κοο είναι πολύ επίκαιρες και χρήσιμες
στην προσπάθεια να βρούμε την
κατάλληλη πολιτική απάντηση σε αυτές τις έκτακτες οικονομικές συνθήκες. Πέρα
από την συμφωνία ωστόσο με τα πορίσματα του
Koo , πρέπει ν παρατηρηθεί ότι η
ι yin κατάσταση επηρεάζει το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία
αποτελείται από μεγάλες παγκόσμιες και
ευέλικτες χρηματοοικονομικές ροές, αλλά σχετικά στατικές και εθνοκεντρικές
δυναμικές δημοσιονομικής και εργασιακής
πολιτικής. Ο φόβος που υπάρχει λοιπόν είναι, ότι ο προστατευτισμός και τα συντριπτικά
ελλείμματα θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν τελικά ακόμη περισσότερο,
οποιαδήποτε φάση yin και τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες πολιτικής.
Όσον αφορά δε την Γερμανία που προάγει το yin προς τα έξω και το yang
προς τα μέσα, πέρα από τις απόψεις του Κοο,
οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι μέχρι σήμερα η ιστορία δεν έδειξε και
μεγάλες ανοχές απέναντι στην Γερμανική ηγεμονία. Υπάρχει και η ανατροπή μέσα
από συσχετισμούς δυνάμεων.