Το 2005 επί κυβέρνησης
Νέας Δημοκρατίας, ψηφίστηκε ο νόμος της αξιολόγησης των ΑΕΙ και ΤΕΙ. Πρόκειται
για ένα νόμο που κάτω από την πίεση του φοιτητικού κινήματος δεν εφαρμόστηκε στην
ουσία ποτέ στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Ωστόσο, ΔΑΠ και ΠΑΣΠ μιλούν για εφαρμογή
του νόμου αυτού υποστηρίζοντας ότι η αξιολόγηση του πανεπιστημίου θα επιφέρει
τη βελτίωσή του.
Σήμερα, ο νόμος της
αξιολόγησης βρίσκεται ενσωματωμένος στο νόμο Διαμαντοπούλου κάτι που φέρνει το
ζήτημα για άλλη μια φορά στο προσκήνιο. Αναλυτικότερα:
Η αξιολόγηση των
ιδρυμάτων χωρίζεται σε Εσωτερική και Εξωτερική. Την Εσωτερική αξιολόγηση του
πανεπιστημίου την πραγματοποιούν φοιτητές και καθηγητές μέσω εγγράφων, η οποία
έως σήμερα ήταν προαιρετική, και αφορούν τα μαθήματα, τους καθηγητές, το
ερευνητικό, το διοικητικό κομμάτι και τις φοιτητικές παροχές. Αυτά τα στοιχεία
μαζί με όποια άλλα ζητήσει η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη
Εκπαίδευση στέλνονται προς εξωτερική αξιολόγηση.
Όλα τα στοιχεία των ΑΕΙ
συλλέγονται και αξιολογούνται από την Α.Δ.Ι.Π. ένα όργανο του οποίου τα μέλη
διορίζονται από τον εκάστοτε υπουργό παιδείας και λογοδοτούν μόνο σε αυτόν. Τα
στοιχεία αυτά αξιολογούνται βάσει κάποιων δεικτών που καθορίζει η ίδια η
Α.Δ.Ι.Π. όπως η αναλογία εισακτέων/πτυχιούχων ανά έτος, η αλλαγή των
προγραμμάτων σπουδών, η εφαρμογή του νόμου, η ευρυθμία της σχολής, η διαχείριση
των οικονομικών πόρων του ΑΕΙ και των συμφωνιών που κλείνει κ.ά. πάντως σύμφωνα
με το νόμο Διαμαντοπούλου τα κριτήρια με τα οποία αξιολογεί η Α.Δ.Ι.Π. μπορεί
να τα αναπροσαρμόσει η ίδια ανά πάσα στιγμή.
Τέλος το πιο σημαντικό
είναι ότι η αξιολόγηση συνδέεται με την χρηματοδότηση, και μάλιστα ο νόμος
δηλώνει ρητά ότι ιδρύματα με χαμηλή αξιολόγηση θα έχουν μειωμένη χρηματοδότηση
ενώ τα τμήματα με πολύ χαμηλή αξιολόγηση θα συγχωνεύονται και θα κλείνουν.
Η αντίδραση
Σε αντίθεση με όσα θέλουν
να πείσουν οι ΔΑΠ και ΠΑΣΠ, ο νόμος της αξιολόγησης δεν έρχεται να βελτιώσει το
ελληνικό πανεπιστήμιο. Αντίθετα αποτελεί τομή στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση
για το υπουργείο παιδείας. Γιατί το υπουργείο μέσω της αξιολόγησης (δηλαδή της
χρηματοδότησης) θα μπορεί να ευθυγραμμίζει τα ιδρύματα σύμφωνα με τις επιταγές
της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης αποκτώντας άμεσο έλεγχο μέσα σε αυτά. Πιο απλά
μία σχολή στην οποία δεν θα έχει εφαρμοστεί πλήρως ο νόμος Διαμαντοπούλου, ο
ατομικός φάκελος προσόντων, δεν θα διαγράφονται “αιώνιοι” φοιτητές, θα υπάρχουν
“παράτυπες” εξεταστικές, δεν θα έχει εντατικοποιηθεί το πρόγραμμα σπουδών, και
οι φοιτητές θα κινητοποιούνται και θα διεκδικούν τα δικαιώματα τους συλλογικά
θα αξιολογείται κακά και δεν θα χρηματοδοτείται με αποτέλεσμα να αναγκάζεται να
αναδιαρθρωθεί για να έχει τους οικονομικούς πόρους ώστε να μπορεί να
λειτουργήσει. Αν πάλι κάποια σχολή αρνηθεί να στείλει στην Α.Δ.Ι.Π. στοιχεία
για να αξιολογηθεί τότε η τελευταία μπορεί να αποφασίσει τη διακοπή της
χρηματοδότησης της εκάστοτε σχολής.