Πριν από 75 χρόνια, την 1η Σεπτεμβρίου 1939 το Τρίτο Ράιχ
ξεκίνησε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τρία διδάγματα έχει αντλήσει από το παρελθόν
η χώρα, εκτιμά ο αρχισυντάκτης της DW Αλεξάντερ Κουντάσεφ.
Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ενεπλάκησαν 60 χώρες και πολέμησαν
110 εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ έχασαν τη ζωή τους 60 με 70 εκατομμύρια. Οι
Εβραίοι που εξοντώθηκαν κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος ήταν έξι
εκατομμύρια. Η Ευρώπη πληγώθηκε. Η Γερμανία ηττήθηκε και διαιρέθηκε.
Εκατομμύρια άνθρωποι εκτοπίστηκαν και άλλοι απελάθηκαν. Και για πρώτη και
μοναδική φορά στην παγκόσμια ιστορία χρησιμοποιήθηκαν πυρηνικές βόμβες - στη
Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι.
Την ώρα της κρίσιμης ερώτησης για την απόδοση ευθυνών δεν
υπήρξε και δεν υπάρχει μέχρι σήμερα η παραμικρή αμφιβολία - σε αντίθεση με τον
ιστορικό διάλογο για τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Γερμανία ήθελε και διεξήγαγε
αυτό τον πόλεμο. Στο τέλος η Γερμανία όχι μόνο ηττήθηκε αλλά και καταρρακώθηκε.
Το Ολοκαύτωμα αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της χιλιετίας, ενώ πάνω
από εννέα εκατομμύρια Γερμανοί έχασαν τη ζωή τους, τρία εκ των οποίων ήταν
άμαχοι πολίτες. Οι γερμανικές πόλεις ισοπεδώθηκαν από τους βομβαρδισμούς των
Συμμάχων. Η Γερμανία απώλεσε ένα κομμάτι της, στο ανατολικό της τμήμα. Δώδεκα
εκατομμύρια Γερμανοί εκτοπίστηκαν. Μετά από αυτόν τον καταστροφικό πόλεμο η
χώρα ζούσε πάνω στα συντρίμμια της.
Καμία μονομερής ενέργεια έκτοτε
Μεταπολεμικά η χώρα κατάφερε να ορθοποδήσει χάρη στη Δύση.
Σε πρώτη φάση οικονομικά και έπειτα πολιτικά. Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της
Γερμανίας ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου κομμάτι της Δύσης. Ακόμη και
από στρατιωτική άποψη, από τη στιγμή που η Γερμανία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ. Στη
συνέχεια έγινε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,
που αποτέλεσε τον πυρήνα της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι αυτό ήταν το πρώτο
θεμελιώδες δίδαγμα που άντλησε η χώρα από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο: Η Γερμανία
ήθελε να είναι μία ευρωπαϊκή Γερμανία, ήθελε να είναι σύμμαχος των δημοκρατικών
κρατών, αναζήτησε συμμάχους στην Ευρώπη αλλά και στην αντίπερα όχθη του
Ατλαντικού, τις ΗΠΑ. Οι πολιτικοί μονόδρομοι ήταν πλέον ταμπού.
Το δεύτερο μεγάλο μάθημα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου
συνοψιζόταν στο σύνθημα: Όχι στον πόλεμο, όχι στη δημιουργία μιας κόλασης επί
γης. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ αλλά και ο επακόλουθος επανεξοπλισμός, η εγκατάσταση
οπλικών συστημάτων στο πλαίσιο της λεγόμενης «διπλής απόφασης» του ΝΑΤΟ,
αντιμετωπίζονταν πάντα από τους Γερμανούς με έντονο σκεπτικισμό ή απλά
απορρίπτονταν κατηγορηματικά. Ακόμη και σήμερα - 25 χρόνια μετά την Επανένωση-
η πλειοψηφία των Γερμανών τάσσεται συλλήβδην κατά του πολέμου, ακόμη και ως
τελικού μέσου για τη διευθέτηση διεθνών διαφορών. Μέχρι σήμερα κάθε φορά που η
γερμανική κυβέρνηση πρέπει να συμπορευθεί στρατιωτικά στο πλευρό εταίρων και
συμμάχων της - όπως στο Κοσσυφοπέδιο ή το Αφγανιστάν - πυροδοτείται έντονος
δημόσιος διάλογος στη Γερμανία με κοινό κάθε φορά αποτέλεσμα: τη λαϊκή απόρριψη
τέτοιων μέτρων.
Ο λαός δεν θέλει άλλο πόλεμο
Ως εκ τούτου προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι πριν από λίγα
χρόνια η Ομοσπονδιακή Γερμανία, περισσότερο ίσως κινούμενη από οικονομικά και
όχι από στρατηγικά κίνητρα, κατάργησε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και
έθεσε τα θεμέλια για τη δημιουργία ενός επαγγελματικού στρατού. Δεδηλωμένος
στόχος της ήταν ότι έτσι θα συνέβαλλε και η ίδια ως αξιόπιστος σύμμαχος σε
στρατιωτικές επιχειρήσεις. Εντούτοις, μέχρι σήμερα, αυτές οι στρατιωτικές
επεμβάσεις παραμένουν αμφιλεγόμενες και σε πρακτικό επίπεδο δεν διαθέτουν τη
λαϊκή συναίνεση. Αυτό είχε ως συνέπεια, το δεύτερο μεγάλο δίδαγμα από τον Β'
Παγκόσμιο Πόλεμο, το «Όχι στον πόλεμο», να καταντήσει για τους Γερμανούς
αυταπάτη: Οποτεδήποτε ζητείται η στρατιωτική επέμβαση ανά τον κόσμο, η
γερμανική πολιτική ηγεσία αλλάζει τροχιά, υπερτονίζοντας την ανθρωπιστική πτυχή
ή τις επαπειλούμενες γενοκτονίες, ώστε οι πολίτες να πεισθούν. Αλλά τις
περισσότερες φορές δίχως επιτυχία.
Πριν από 75 χρόνια η Γερμανία προκάλεσε έναν πόλεμο. Σήμερα
η Γερμανία είναι ένας οικονομικός κολοσσός και επιδιώκει να παίξει εκ νέου ρόλο
στην παγκόσμια πολιτική. Έναν ρόλο με τον οποίο οι Γερμανοί αισθάνονται άβολα.
Στην ιδανική περίπτωση θα ήθελαν να αποτελούν μία «πράσινη Ελβετία». Αλλά οι
καιροί αυτοί μοιάζουν να έχουν παρέλθει. Αυτό που οι σύμμαχοι της Γερμανίας
περιμένουν είναι να αναλαμβάνει πολιτικό ρόλο αλλά και να συνεισφέρει στρατιωτικά
εκεί όπου οι περιστάσεις το απαιτούν. Ταυτόχρονα όμως με μετριοπάθεια. Και
ερχόμαστε έτσι στο τρίτο δίδαγμα: Μία μεγαλόστομη, αυταρχική συμπεριφορά εκ
μέρους της Γερμανίας δεν είναι σήμερα σε καμία περίπτωση χαρακτηριστικό της
γνώρισμα.
(Πηγή: DW)