ΛΙΑΝΑ
ΚΑΝΕΛΛΗ (Βουλευτής ΚΚΕ):
[…] Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, περίσσεψε η κουβέντα για την
πατρίδα εδώ μέσα. Περίσσεψε. Πρέπει να είναι η πιο πολυχρησιμοποιημένη λέξη του
τελευταίου καιρού. Αρχίσαμε και να αναρωτιόμαστε ποια είναι η πατρίδα, τι είναι
η πατρίδα, μην είναι τα ψηλά βουνά, μην είναι οι κάμποι, μην είναι οι από δω,
μην είναι οι από εκεί. Χωρίς αιδώ σε μια χώρα που έχει ακουστεί ότι το να είσαι
Έλληνας είναι βιολογικό ζήτημα. Έχει ακουστεί, έχει γραφτεί, έχει τυπωθεί εδώ
μέσα σ’ αυτό το Κοινοβούλιο, εδώ που συζητάμε αν έχει το κεφάλαιο πατρίδα -τα
αυτονόητα- και αν έχουν οι προλετάριοι πατρίδα.
Οι
προλετάριοι έχουν πατρίδα. Είναι η τιμή τους, η τιμή των αγώνων τους, η τιμή
των τόπων τους, το χωράφι τους, ο τρόπος με τον οποίο ζούνε. Αυτή είναι η
πατρίδα των προλετάριων. Και έχουν και εθνική συνείδηση, γι’ αυτό είναι
διεθνιστές. Το κεφάλαιο είναι κοσμοπολίτικο, είναι σε ολόκληρο τον
κόσμο. Δεν έχει πατρίδα, έχει μόνο μυρουδιά. Βρωμάει πάντα αίμα και πετρέλαιο.
Αν
θέλετε να αναρωτηθείτε να πάτε στους δικούς σας τους ευρωπαϊστές. Ο Ζαν Ζορές
το είπε και μην μας εκβιάζετε. Το είπε καλύτερα από εσάς. Ο καπιταλισμός φέρνει
τον πόλεμο, όπως το σύννεφο την μπόρα. Και οι ίδιοι οι δανειστές σας έχουν
δώσει νόμπελ! Αν θέλετε την απάντηση, ψάξτε την στα νόμπελ. «Το να σπάμε
ανοιχτό κεφάλι που γράφανε, μιλούσαν, πονούσαν, ερωτεύονταν για το λαό». Και
κατ’ αυτή την έννοια, δεν είχε σημασία αν ζούσαν στην πόλη. Αλλά αγάπησαν όχι
τον ήλιο που ήθελε το ΠΑΣΟΚ να τρελάνει. «Θα τον τρελάνετε τον ήλιο». Δεν τρελάνατε
τον ήλιο. Δεν ακούσατε το στίχο. «Για να γυρίσει, θέλει δουλειά πολύ. Θέλει
νεκροί χιλιάδες να’ ναι στους τροχούς, θέλει και οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα
τους». Δεν λέει ο στίχος «θέλει και οι Βουλευτές να δίνουν την έδρα τους».
Μπερδέψατε
όταν μιλάτε για πατρίδα, το εκατόν πενήντα τέσσερα ως άθροισμα στο βρωμερότερο,
αντιλαϊκότερο, δολοφονικότερο σχήμα, συμπίλημα νόμου, που έχει πατήσει ποτέ το
πόδι του σ’ αυτό τον τόπο, σε καιρούς δημοκρατίας ή μη. Και μην καμώνεστε ότι
οι δανειστές είναι αυτοί που θα σας χαρίσουν την πατρίδα. Μπερδέψατε το εκατόν
πενήντα τέσσερα με το «1.1.4». Δεν είναι παρά ένα άθροισμα.
Το
1938 η Κοινωνία των Εθνών, το Δικαστήριο Διεθνούς Δικαίου για την Ελλάδα, την
Ελλάδα της δικτατορίας του Μεταξά, όταν θέλησε να τη στηρίξει ως εξουσία, η
Αγγλία με τα ίδια δάνεια, με τα ίδια PCI
και
τα ίδια CDS,
έβγαζε το εξής πόρισμα -δεν τους πήρε ο πόνος- και ακούστε το: «Στην περίπτωση
που η αποπληρωμή των χρεών θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή και τη διοίκηση,
η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να διακόψει ή και να μειώσει την εξυπηρέτηση του
χρέους».
[…] Η
γλώσσα μου δεν χωράει σε φωτοτυπίες. Δεν χωράει η γλώσσα μας σε καμία πατρίδα,
σε καμία φωτοτυπία υπεράσπισης αλλοτρίων συμφερόντων. Έρχεστε εδώ και μιλάτε
για πατρίδα και τιμωρείτε τα παιδιά με μη συμμετοχή στην παρέλαση
ξαφνικά -το λέω για μερικούς ελληναράδες- επειδή κάνουν κατάληψη.
[…] Τι
να τα κάνω τα επτά λεπτά; Έπρεπε να πάρω μόνο ένα λεπτό και να είναι ενός
λεπτού σιγή για δολοφονημένα δικαιώματα στη σύνταξη, στην υγεία, στην
περίθαλψη, στα ωράρια. Μας το βάλατε το δίλημμα και έρχεστε
εδώ για να το διατυπώσουμε όλοι μας –κι αυτοί που είναι έξω- στα ελληνικά, τα
κατανοητά: ή με το ευρώ στην ευρωπαϊκή στρούγκα και δούλοι ή έξω από το ευρώ
και τη στρούγκα, πεινασμένοι και πεθαμένοι. Και πάτε να μας το παρουσιάσετε σαν
«ελευθερία ή θάνατος»; Πάτε να μας το παρουσιάσετε σαν τον ξεσηκωμό του γένους;
Ήρθατε
εδώ και βγάλατε φθηνό νόμισμα, τα άφησέ τα της συμφοράς, διαφημιστικό φυλλάδιο
των πολυεθνικών, μια πατρίδα για να αντιμετωπίσετε έναν λαό που είναι απέξω
ψεκασμένο σαν κουνούπι; Ντρέπομαι να μπαίνω στο Κοινοβούλιο και να πρέπει να με
φυλάει η αστυνομία. Ντρέπομαι μωρέ! Δεν έχω άλλο τρόπο να σας το πω. Συνάδελφοι
είστε. Ψηφισμένοι άνθρωποι. Ερχόμαστε να κάνουμε μια δουλειά και
πρέπει να μας φυλάνε οι αστυνομικοί για να μπούμε μέσα; Και θα μου καμώνεστε
ότι είμαστε ελεύθεροι; Μα, να σε φυλάνε από το «όχι» του λαού; Πότε συνέβη
αυτό; […] (Βουλή 20.10.2011)