της Κορίνας
Σαμάρκου
Όσοι διασχίζουν το λόμπι της Bundesbank, της κεντρικής τράπεζας της
Γερμανίας, στη Φρανκφούρτη, θα συναντήσουν ένα κορνιζαρισμένο χαρτονόμισμα του
ενός τρισεκατομμυρίου ράιχσμαρκ. Αυτό το ενθύμιο της θλιβερής περιόδου του
γερμανικού υπερπληθωρισμού, αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο εμπόδιο στην εφαρμογή
του σχεδίου, που αναγνωρίζεται από τους κορυφαίους οικονομολόγους του κόσμου ως
η μοναδική εναπομένουσα ελπίδα για τη σωτηρία του ευρώ.
Του σχεδίου που ζητά από την Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα να ακολουθήσει το παράδειγμα της Τράπεζας της Αγγλίας και της
Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve), και να αγοράσει τα ομόλογα
των καταχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης. Ουσιαστικά, να τυπώσει χρήμα.
Ο μέσος Γερμανός δεν είχε γεννηθεί το 1923,
όταν ο πληθωρισμός στη χώρα άγγιξε το 105.700.000.000%. Τότε που χρειάζονταν
4,2 δισ. ράιχσμαρκ για την αγορά ενός και μόνο δολαρίου. Η θύμηση της εποχής
του αποπληθωρισμού μπορεί να έχει πια πεθάνει, όμως, η συλλογική μνήμη
παραμένει βαθιά ριζωμένη στο DNA των Γερμανών.
Ο μοναδικός λόγος για τον οποίο δέχτηκαν να
εγκαταλείψουν το λατρεμένο τους μάρκο -το σύμβολο της οικονομικής αναγέννησης
μιας χώρας που καταστράφηκε από τον πληθωρισμό- ήταν γιατί τους υποσχέθηκαν ότι
η νομισματική ένωση του ευρώ θα χτιζόταν πάνω στα θεμέλια της τότε πανίσχυρης
Bundesbank. Έτσι, ο στόχος της σταθερότητας των τιμών και της διατήρησης του
πληθωρισμού στο 2%, έγινε μοναδική αποστολή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Η οποία, εξάλλου, για προφανείς λόγους συμβολισμού, εδρεύει στη Φρανκφούρτη.
Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο που οι Γερμανοί
δεν θέλουν ούτε να ακούσουν όσους ζητούν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να
γίνει το τελευταίο ανάχωμα της Ευρώπης απέναντι στην κρίση, ο δανειστής έσχατης
ανάγκης.
Έπειτα και από την αποτυχία των Ευρωπαίων να
ενισχύσουν τη δύναμη πυρός του ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης EFSF στο 1 τρισ.
ευρώ, η αγορά στρέφει πια τα βέλη της σε χώρες που, κατά κοινή ομολογία,
θεωρούνται πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν, αλλά και πολύ μεγάλες για να
διασωθούν.
Χωρίς κάποιο πειστικό σχέδιο σωτηρίας ή,
έστω, ένα επαρκές δίχτυ προστασίας, η επίθεση στα ομόλογα της Ιταλίας, της
Γαλλίας και της Ισπανίας είναι ένα σίγουρο στοίχημα για τα hedge funds, τους
vigilantes και τις υπόλοιπες δυνάμεις των αγορών, που αναζητούν το κέρδος στην
κρίση χρέους.
Υπερβολικοί οι φόβοι για τον πληθωρισμό
Ανάλυση της JP Morgan καταρρίπτει το βασικό επιχείρημα κατά της
νομισματοποίησης των χρεών της Ευρωζώνης. Το χρήμα που θα πρέπει να τυπωθεί,
προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση, δεν συνιστά σημαντική πληθωριστική
απειλή, διαπίστωσαν οι αναλυτές του οίκου. Σύμφωνα με την JP Morgan, ακόμα κι
αν η ΕΚΤ ρίξει 1 τρισ. ευρώ στις αγορές, αυτό δεν θα αντιστοιχεί παρά μόλις στο
2% της παγκόσμιας προσφοράς χρήματος.
Όπως εξηγεί ο αμερικανικός οίκος, την ώρα
που τόσο η Τράπεζα της Αγγλίας όσο και η Federal Reserve τυπώνουν χρήμα για να
αντιμετωπίσουν τις εντάσεις στην αγορά και στην πραγματική οικονομία, οι
δράσεις της ΕΚΤ είναι πολύ περιορισμένες. Το πρόγραμμα παρεμβάσεών της στις
δευτερογενείς αγορές ομολόγων αντιστοιχεί μόλις στο 2% του συνολικού ΑΕΠ της
Ευρωζώνης. Και αυτό, την ώρα που οι άλλες κεντρικές τράπεζες έχουν δαπανήσει
επταπλάσια ποσά, έστω κι αν καλούνται να αντιμετωπίσουν λιγότερο πιεστικές
καταστάσεις.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αναλυτών, η
ΕΚΤ θα πρέπει να ρίξει στην αγορά ομολόγων τουλάχιστον 300 δισ. ευρώ το 2012,
για να καταφέρει, τουλάχιστον, να λειτουργήσει πυροσβεστικά. Ουσιαστικά, θα
πρέπει να αναχρηματοδοτήσει το σύνολο των ομολόγων της Ισπανίας και της Ιταλίας
που λήγουν, όπως και τα ελλείμματά τους για το 2012. Ακόμα πιο πειστικό θα
είναι το ανάχωμα της ΕΚΤ απέναντι στην κρίση, αν η κεντρική τράπεζα του Ντράγκι
διαθέσει 700 δισ. ευρώ. Δηλαδή, αν αγοράσει το σύνολο των ομολόγων της
περιφέρειας που βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Πάντως, ακόμα και με ένα πρόγραμμα 700 δισ.
ευρώ, η παρέμβαση της ΕΚΤ δεν θα αντιστοιχεί παρά στο 9% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης.
Θα είναι, δηλαδή, μεγαλύτερη από εκείνη που πραγματοποιεί η Τράπεζα της
Ιαπωνίας, αλλά πολύ μικρότερη από αυτές της Fed, της Τράπεζας της Αγγλίας και
της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας.
«Σε δύο χρόνια από σήμερα, και αν υποθέσουμε
ότι η Ευρωζώνη θα αναπτύσσεται με υγιείς ρυθμούς, η ΕΚΤ ενδεχομένως να έχει
μπροστά της ένα πρόβλημα πληθωρισμού και σταθερότητας του νομίσματος, εξαιτίας
της αγοράς των ομολόγων αυτών. Όμως, το ίδιο πρόβλημα θα έχουν η Fed και η
Τράπεζα της Αγγλίας», καταλήγουν οι αναλυτές της JP Morgan. Αν η ΕΚΤ έχει ένα
λόγο να ανησυχεί, αυτός δεν θα πρέπει να είναι ο πληθωρισμός, αλλά η αρμονία
στις σχέσεις μεταξύ των χωρών του ευρώ, τονίζουν.
(πηγή: Ισοτιμία -απόσπασμα άρθρου-)