H
αύξηση των τιμών στα σιτηρά θα επιφέρει νέα κρούσματα πείνας στις φτωχές χώρες.
Ο Ρομάν Χέρε, ειδικός σε θέματα διατροφής του οργανισμού FIAN, παρατηρεί μία
άμεση σχέση ανάμεσα στην παραγωγή βιοκαυσίμων και στο φαινόμενο της παγκόσμιας
πείνας.
«Από
την αρχή ακόμη των δημόσιων συζητήσεων για τα βιοκαύσιμα μία πενταετία πριν
ζητήσαμε να μπει ένα τέλος στις επενδύσεις στον τομέα αυτό», δήλωσε ο Χέρε στη
DW. Οι κυβερνητικές επιδοτήσεις για την καλλιέργεια καλαμποκιού, ζαχαροκάλαμου
και ελαιοκράμβης με στόχο την παραγωγή βιοαιθανόλης και φυτικών λαδιών
προοριζόμενων για βιοντίζελ, πρόσθεσε, είναι ένα από τα κύρια προβλήματα που
πλήττουν τα ανθρώπινα δικαιώματα. «Πρόκειται για μία πολιτική που οδηγεί στην
παγκόσμια πείνα».
Το
2010 η ΕΕ εισήγαγε 780 εκ. λίτρα αιθανόλης και 2,2 δις λίτρα βιοντίζελ. Ο
βασικός προμηθευτής αιθανόλης ήταν η Βραζιλία, ενώ ακολουθούν Αίγυπτος,
Βολιβία, Καμπότζη, Σουδάν και Γουατεμάλα. Χώρες που ανέλαβαν καλλιέργειες με
σκοπό την παραγωγή βιοκαυσίμων, σταμάτησαν να καλλιεργούν σιτάρι και καλαμπόκι.
Πρόκειται για τις βασικές γι’ αυτούς πηγές τροφίμων, η έλλειψη των οποίων είχε
ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών στα σιτηρά.
Σήμερα
πάνω από 1 δισεκατομμύριο ανθρώπων πλήττονται από πείνα. Περίπου οι μισοί από
αυτούς είναι αγρότες στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίοι παράγουν τροφές, που
προορίζονται κατά κύριο λόγο για αυτοκατανάλωση.
(Πηγή: DW)