Γράφει ο Μαυροζαχαράκης Μανόλης
Κοινωνιολόγος - Πολιτικός Επιστήμονας
Στο τελευταίο του βιβλίο «το τίμημα της ανισότητας» το οποίο
αναφέρεται κυρίως στην Αμερική ο νομπελίστας οικονομολόγος J. Stiglitz
διαπιστώνει ότι η κρίση επιδείνωσε κατά πολύ την θέση των κατώτερων και μεσαίων
στρωμάτων ενώ το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού παρά τα πλήγματα που δέχτηκε,
κράτησε ένα τεράστιο τμήμα του εθνικού εισοδήματος δηλαδή το ένα πέμπτο. Η
κρίση κατά τον Stiglitz επιδείνωσε ποικιλοτρόπως την ανισότητα μέσα από την
αύξηση της ανεργίας, τα χαμένα σπίτια, τους μειωμένους ή στάσιμους μισθούς.
Οι πλούσιοι
απεναντίας μετά από προσωρινές απώλειες σε χρηματιστηριακές αξίες επωφελήθηκαν
από την συνακόλουθη ανάκαμψη και το «ανώτατο 1% των Αμερικανών κέρδισε το 93%
του επιπλέον σε σύγκριση με το 2009, εισοδήματος που δημιουργήθηκε στην χώρα το
2010».
Εάν αναζητήσουμε
την προβολή των διαπιστώσεων του Stiglitz στην Ευρώπη, αρκεί να ανοίξουμε
οποιαδήποτε μεγάλη ευρωπαϊκή εφημερίδα και θα ανακαλύψουμε σημαντικά στοιχεία
όσον αφορά την κοινωνική ανισότητα η οποία βέβαια προβάλλεται ως δεδομένο πολύ
λιγότερο, σε σχέση με το ζητούμενο της δημοσιονομικής περιστολής.
Είναι
χαρακτηριστικό ότι το 40% του ενεργού πληθυσμού στην Ευρώπη ζει κάτω από το
όριο της φτώχειας, την ίδια ώρα που το 30% των τροφίμων που παράγονται στην
Ευρώπη πηγαίνει στα σκουπίδια, ενώ μόνο στην Αγγλία παραμένουν άδεια πάνω από
930.000 σπίτια που, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, θα μπορούσαν να προσφέρουν
κατάλυμα στους δεκάδες χιλιάδες αστέγους.
Όπως αναφέρεται
στον πρόσφατο Κοινωνικό Απολογισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το κοινωνικό χάσμα
μεταξύ της βόρειας και νότιας Ευρώπης μεγαλώνει όλο και περισσότερο με θύματα
κυρίως τους νέους.
Η νότια Ευρώπη
πλήττεται από την οξύτερη οικονομική κρίση στην ιστορία της. Η οικονομία
βρίσκεται σε συνεχή καθοδική πορεία εδώ και χρόνια. Τα ποσοστά ανεργίας έχουν
ανέλθει σε ανεπίτρεπτα για πολιτισμένα κράτη ύψη. Στο σύνολο της Ευρώπης, το
ποσοστό ανεργίας ανέρχεται σήμερα στο 11%.
Οι εξελίξεις στην
Γηραιά Ήπειρο είναι ωστόσο εξαιρετικά άνισες. Ενώ οι χώρες του νότου βουλιάζουν
στην ύφεση, οι χώρες του βορρά ανταποκρίνονται πολύ σθεναρότερα στην κρίση. Η
Γηραιά Ήπειρό φαίνεται να χωρίζεται στα δύο. Το 2000, η διαφορά στα ποσοστά
ανεργίας μεταξύ νότιας και βόρειας Ευρώπης κατά μέσο όρο ήταν ακόμη 3,5%. Το
2011, η διαφορά ανήλθε στο 7,5%.
Ο κύριος λόγος
είναι ότι οι χώρες του βορρά όπως η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν υποστεί κατά
το παρελθόν ισχυρές μεταρρυθμίσεις. Με πιο αποδοτικές αγορές εργασίας και σταθερότερα
συστήματα κοινωνικής προστασίας, μπορούν να αντέξουν την κρίση πολύ καλύτερα.
Ενώ τα εισοδήματα στη Νότια Ευρώπη μειώθηκαν κατά μέσο όρο έως και κατά 17 %,
οι χώρες του βορρά μπόρεσαν να αυξήσουν τα συνολικά τους εισοδήματα κατά τη
διάρκεια της κρίσης. Η Γερμανία είχε για παράδειγμα να δώσει 12 χρόνια αύξηση
μισθών και έδωσε κατά την διάρκεια της κρίσης.
Σύμφωνα με στοιχεία
της Eurostat οι Έλληνες αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας στην
Ευρωζώνη με 31%, ενώ ακολουθούν οι Ιταλοί και οι Ισπανοί με τα ποσοστά να
φθάνουν στο 28,2% και στο 27% αντίστοιχα. Στην τελευταία θέση στον πίνακα της
φτώχειας βρίσκεται η Ολλανδία με 15,7%. Ο μέσος όρος της Ευρωζώνης βρίσκεται
στο 22,1%.
Ειδικότερα,
προκύπτει ότι στην Ελλάδα, ανά ηλικιακή ομάδα, το 30,4% των παιδιών κάτω των 18
ετών αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού (27%
στην ΕΕ), ενώ στους πολίτες 18- 64 ετών το ποσοστό ανέρχεται στο 31,6% (24,3%
στην ΕΕ) και στους ηλικιωμένους (άνω των 65 ετών) είναι 29,3% (20,5% στην ΕΕ).
Παράλληλα, ο κίνδυνος της φτώχειας μειώνεται όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο
εκπαίδευσης των γονέων.
Αναλυτικότερα, στην
Ελλάδα το 50,2% των παιδιών με γονείς με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης απειλείται
με τον κίνδυνο φτώχειας (49,2% στην ΕΕ), ενώ για τα παιδιά με γονείς με μέσο
επίπεδο εκπαίδευσης το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 28,7% (22,4% στην ΕΕ) για να
μειωθεί περαιτέρω στο 7,9% για τα παιδιά με γονείς υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης
(7,5% στην ΕΕ). Αυτά συμβαίνουν, τη στιγμή που τα ποσοστά ανεργίας στην Ελλάδα
ξεπερνάει το 27 % στην Ισπανία το 26%, ενώ στην Ιταλία φθάνουν μόλις στο 11,2%.
Τα παραπάνω
στοιχεία που αναφέρονται στην περίοδο 2011-2012 σημαίνουν ότι σχεδόν το ένα
τέταρτο του πληθυσμού της ΕΕ, 120 εκατομμύρια άνθρωποι, τελούν υπό την απειλή
της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Το 22,1 % του πληθυσμού των 27
χωρών της ΕΕ, 117,4 εκατομμύρια άνθρωποι, ήταν αντιμέτωποι με την απειλή αυτή
τον περασμένο χρόνο ( έναντι 23,4% το 2010 και 24, 2 το 2012) εξαιτίας της
οικονομικής κρίσης. Την ίδια στιγμή για τους πλουσιότερους ανθρώπους στον
πλανήτη, η κρίση δεν αποτέλεσε πρόβλημα: για φέτος καταμετρώνται 1.426
δισεκατομμυριούχοι, 200 περισσότεροι από πέρυσι, αριθμός που αποτελεί απόλυτο
επίτευγμα για τα 26 χρόνια που καταμετρά η αξιολόγηση του Forbes. Όλοι μαζί οι
Κροίσοι του πλανήτη μετρούν μία περιουσία 5,4 τρις δολαρίων, έναντι 4,5 τρις
πέρυσι, Οι ΗΠΑ παραμένουν στην κορυφή της κατάταξης με 442 δισεκατομμυριούχους
(425 το 2012), με την Ασία να ακολουθεί κατά πόδας (386), την Ευρώπη να έπεται
(366) και την Λατινική Αμερική να απέχει ακόμη πολύ (με 129).
Πηγαίνοντας τώρα
στις μεταβολές της ανισότητας (1) μεταξύ των χωρών της ΕΕ τα δεδομένα δείχνουν
μια αύξηση των επιπέδων της ανισότητας με μονάδα μέτρησής τον συντελεστή Gini
(2) του διαθέσιμου εισοδήματος (βλέπε διάγραμμα).
Την ίδια στιγμή,
υπάρχουν εντυπωσιακές διαφορές μεταξύ των χωρών της ΕΕ, με ορισμένες χώρες να
παρατηρούν αύξηση της ανισότητας και άλλες να παρατηρούν μείωσή της. Πιο
συγκεκριμένα, η ανισότητα στη Γερμανία, την Ολλανδία και την Εσθονία έχει
μειωθεί σημαντικά, ενώ έχει αυξηθεί πολύ στη Ελλάδα, την Γαλλία και την Ισπανία.
Το παράπλευρο
αποτέλεσμα της βιοτικής κατολίσθησης είναι η αύξηση της κοινωνικής ανομίας με
αύξηση των αυτοκτονιών της εγκληματικότητας, της κατάχρησης αλκοόλ, και
ναρκωτικών και της αυξημένης αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Όλα τα φαινόμενα αυτά
οδηγούν τελικά στην κατασπατάληση ανθρώπινων πόρων και διαθέσιμων ταλέντων.
Σε βάθος χρόνου
επομένως θίγεται η ίδια η λειτουργικότητα των ευρωπαϊκών κοινωνικών από την
στιγμή που ένα μεγάλο μέρος των πληθυσμών τους δεν ταυτίζεται πλέον μαζί τους.
Το κοινωνικό χάσμα που παράγεται από τον καπιταλισμό μεταξύ πλουσίων και
φτωχών, από κάποια στιγμή και μετά ενδέχεται να επηρεάσει αντιπαραγωγικά την
ίδια την λειτουργία του, παράγοντας τελικά πολύ μεγαλύτερο κόστος από αυτό που
προσπαθεί να περιορίσει η σημερινή λιτότητα.
Παρά το γεγονός ότι
η σημερινή κατάσταση στην Ευρώπη είναι ζοφερή και αυτό δεν φαίνεται να
αντικατοπτρίζεται σε μεγάλες τεκτονικές μετακινήσεις σε πολιτικό επίπεδο, ο
μεταβολές που συντελούνται κοινωνικά ροκανίζουν ήδη τα θεμέλια του συστήματος
εκ των έσω. Στο πλαίσιο αυτό δεν διαφαίνεται προς στιγμήν φώς στο τούνελ από
την στιγμή που δεν προβλέπεται άμεση βελτίωση της κατάστασης για το 2013, όπως
δήλωσε πρόσφατα ο Επίτροπος Κοινωνικών Υποθέσεων Laszlo Andor.
Βελτίωση μπορεί να
υπάρξει κατά τον ίδιο μόνο αν ξεπεραστεί η κρίση του ευρώ αξιόπιστα,
δημιουργώντας πόρους τις απολύτως απαραίτητες επενδύσεις και επιχειρώντας έναν
αναπροσανατολισμό του χρηματοπιστωτικού τομέα στην υπηρεσία της πραγματικής
οικονομίας. Η αξίωση του
Andor είναι
η ελάχιστη.
(1) Guntram
B. Wolff Inequality and adjustment in Europe.
http://www.bruegel.org/nc/blog/detail/article/983-inequality-and-adjustment-in-europe/#.UUGD_zfdKjU
(2) Ο δείκτης άνισης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής
Gini) ορίζεται ως ο λόγος των αθροιστικών μεριδίων του πληθυσμού, κατανεμημένου
ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος, προς το αθροιστικό μερίδιο του συνολικού
εισοδήματος όλου του πληθυσμού, η τιμή του κυμαίνεται από 0 (πλήρης ισότητα)
έως 1 (πλήρης εισοδηματική ανισότητα) και ερμηνεύεται ως η στατιστικά
αναμενόμενη διαφορά του αποτελέσματος της σύγκρισης δύο τυχαίων εισοδημάτων, ως
ποσοστό του μέσου όρου. Αν όλο το εθνικό εισόδημα ήταν συγκεντρωμένο σε ένα
άτομο, ο συντελεστής θα ήταν 1. Αν ο συντελεστής Gini ήταν π.χ. 0,30, αυτό
σημαίνει ότι αν πάρουμε 2 τυχαία άτομα, τότε αναμένουμε ότι το εισόδημά τους θα
διαφέρει κατά 30% του μέσου όρου.