Η δημοσιονομική κρίση και ο κοινωνικός μισθός στην Ελλάδα

12 Δεκ 2011

του Θανάση Μανιάτη
   Η αμέσως προηγούμενη κρίση που έπληξε την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, αρχικά κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και έπειτα σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, αποδόθηκε στην κατεστημένη βιβλιογραφία αλλά και από αρκετούς ριζοσπάστες συγγραφείς στους υπερβολικά υψηλούς μισθούς και σε πολλές περιπτώσεις στις υψηλές κοινωνικές δαπάνες για τους μισθωτούς εργαζόμενους και τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα.

   Σύμφωνα με αυτά τα επιχειρήματα, οι αυξήσεις των μισθών στην αγορά εργασίας ή/και του κοινωνικού μισθού στο επίπεδο του κράτους και της δημοσιονομικής πολιτικής υπονόμευσαν άμεσα ή έμμεσα την κερδοφορία του κεφαλαίου και επέφεραν το τέλος της μακροχρόνιας μεταπολεμικής οικονομικής άνθησης (Glyn και Sutcliffe, 1972, Bowles και Gintis, 1982ab, Weisskopf, 1979, Glyn, 1975, 2006).
   Η πρόσφατη κρίση έχει ερμηνευθεί με δύο τρόπους στη ριζοσπαστική και μαρξιστική πολιτική οικονομία. Σύμφωνα με την πρώτη προσέγγιση πρόκειται για περίπτωση κρίσης που οφείλεται αποκλειστικά στο χρηματοπιστωτικό τομέα και αργότερα επεκτάθηκε στη συνολική οικονομική δραστηριότητα. Για τη δεύτερη προσέγγιση η μακροχρόνια αναιμική συσσώρευση κεφαλαίου λόγω της ανεπαρκούς ανάκαμψης της κερδοφορίας μετά την κρίση της δεκαετίας του 1970 ήταν υπεύθυνη.
   Μεταξύ άλλων για την εξάπλωση της χρηματοπιστωτικής σφαίρας (financialization), η οποία για κάποιο διάστημα μέσω κυρίως του δανεισμού των νοικοκυριών και της τόνωσης της καταναλωτικής ζήτησης επέδρασε θετικά στην οικονομική δραστηριότητα αλλά όταν οι «φούσκες» (bubbles) του χρηματιστηρίου και της αγοράς κατοικιών που δημιούργησε εξαερώθηκαν, τότε αποκαλύφθηκε η αδύναμη βάση της «πραγματικής» οικονομίας και η κρίση εκδηλώθηκε στο σύνολο της οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση πάντως η οικονομική κρίση εξακολουθεί να είναι σε εξέλιξη και έτσι η συνολική τελική αποτίμηση των θεμελιωδών αιτίων της και πάνω από όλα των οικονομικών και κοινωνικών της επιπτώσεων δεν έχει γίνει ακόμη.
   Ένα πράγμα είναι σαφές ωστόσο, ότι η άνευ προηγουμένου δημοσιονομική επέκταση και τόνωση της ζήτησης που εφαρμόστηκε κατά τα αρχικά στάδια της κρίσης, και οι δημόσιες δαπάνες που αφιερώθηκαν για τη διάσωση (bailout) των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, επιδείνωσαν τις δημοσιονομικές ανισορροπίες από τις οποίες πολλά κράτη υπέφεραν ακόμη και πριν από την ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
   Οι περισσότερες χώρες και ιδίως οι νοτιοευρωπαϊκές οικονομίες βρέθηκαν στη δίνη μιας δημοσιονομικής κρίσης, η οποία σε πολλές περιπτώσεις (και ιδιαίτερα στην Ελλάδα), τείνει να επισκιάσει την υποκείμενη οικονομική κρίση. Αυτή είναι μια περίοδος όπου το κόστος της κρίσης κατανέμεται στις διάφορες κοινωνικές τάξεις. Μετά από πολλά χρόνια στασιμότητας ή και μείωσης των πραγματικών μισθών και του μεριδίου της εργασίας δεν ήταν εύκολο για τις άρχουσες τάξεις να αποδώσουν την κρίση στο υψηλό κόστος εργασίας και αυτή τη φορά, όπως συνέβη στη δεκαετία του 1970. Ωστόσο, καθώς οι εξελίξεις έχουν φέρει στο προσκήνιο τις δημοσιονομικές δυσκολίες και τη κρίση του δημοσίου χρέους πολλών κρατών, το έδαφος της ιδεολογικής διαμάχης έχει μετατοπιστεί.
   Ο ρόλος του άπληστου και «μυωπικού» τραπεζιτικού κεφαλαίου και οι αδύναμες επενδυτικές επιδόσεις του βιομηχανικού κεφαλαίου λησμονήθηκαν και είναι τώρα η δημοσιονομική ασυδοσία ο κύριος ένοχος για την οικονομική δυσπραγία. Οι «δημοσιονομικές σπατάλες» έχουν χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογία για την επίθεση πρώτα στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και ακολούθως στους μισθούς και τις κοινωνικές παροχές των εργαζομένων γενικότερα.
   Πίσω από αυτήν την επίθεση βρίσκεται ο υπόρρητος συχνά ισχυρισμός ότι κατά κάποιον τρόπο τα (υψηλά) εισοδήματα των εργαζομένων και των συνταξιούχων είναι υπεύθυνα για τη δημοσιονομική κρίση. Αν και συχνά αναφέρονται οι «δυσμενείς» δημογραφικές εξελίξεις (αύξηση του προσδόκιμου ζωής, χαμηλό ποσοστό γεννητικότητας κ.λπ.), ως υπεύθυνες για τα δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας, τα τελευταία εφαρμόζονται κατά κύριο λόγο σε βάρος του βιοτικού επιπέδου των μισθωτών εργαζόμενων, των ηλικιωμένων και των φτωχών. Έτσι, η δημοσιονομική κρίση έχει χρησιμοποιηθεί κατά την πρόσφατη περίοδο από την άρχουσα τάξη ως ευκαιρία για την ενίσχυση της κυριαρχίας του κεφαλαίου.
   Η ιδεολογική ηγεμονία του κεφαλαίου εμφανίζεται τόσο ισχυρή όσο ποτέ, δεδομένου ότι ο πρώτος γύρος του νεοφιλελευθερισμού αντιμετωπίστηκε από τους αντιπάλους του και ιδίως αρκετούς ριζοσπάστες οικονομολόγους ως εσφαλμένη και αναποτελεσματική επιλογή πολιτικής εκ μέρους των κυβερνήσεων και του κεφαλαίου και όχι ως η μόνη δυνατή μορφή που ο σύγχρονος καπιταλισμός μπορεί να υιοθετήσει. Με άλλα λόγια, η πάλη ενάντια στο λαμβάνουν από τις κρατικές δαπάνες που απευθύνονται σε αυτούς, όταν αφαιρεθούν όλα τα είδη των φόρων που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι.
(απόσπασμα κειμένου από το διαδίκτυο)
Share on:
 
Copyright © Onus News - All Rights Reserved
Developed by Onus News